Jump to content

Page:Eisagogiki-Didaskalia.pdf/40

From Wikisource
This page has been proofread.
Ῥωμαίϊκα Βλάχικα Βουλγάρικα Ἀλβανίτικα
ἂν σείηται ἡ γῆ σὲ σε μινάρη λόκλου ἄκω σεστρέσιτ ζέμια ντού τοὺντ δέου
δὲν κρημνίζεται. νοῦ σε ῥᾳζουϊάστε. νὲ σεούρηβατ. νούκᾳ κρεμίσετ.
Καὶ ὅταν ᾖναι Σσή κᾴντου ἔστε Ἢ κώκα ἔτ Ἐδέ κούρ ἔστᾳ
παγωμένος ὁ τόπος γκλιτζάτου λόκλου ζάμραζεν μέστωτο ἠγκρήτ βέντη 935
νὰ περιπατῃς σέ ἴμνη τὰ χότησσ τᾴ ἔτζᾳνσσ
μὲ παπούτζια. κοῦ πᾳποῦτζε. σῶ τζέλη. μέ κᾳπούτζ.
Καὶ σὰν εἶναι Σσή κᾴῤῥα σέ χίπα Ἢ ἄκω μπίτατ Ἐδὲ ντᾳ ἰάννᾳ
πολλαῖς λάσπαις μοῦλτε λλέσκη μνόγου κάλωη σσοῦμᾳ μπάλτᾳρα
νὰ ἔχῃς σέ ἄη τά ἴμασσ τᾴ κέσσ 940
ὑποδήματα. τζίσμε. σκόρνη. τζίσμα.
Ἀφ'οὗ βάλῃς Τεκάρα σέ πάτζη Κώκα τά κλάησσ Σὴ τᾳβέσσ
εἰς τὰ σακκιὰ τρού σάτζη βῶ βρέστατα ντὰ θέσατ
τὸ γέννημα γίπτουλου ζήτωτο ντρίθᾳτ
νὰ τὸ δέσῃς σέ λοῦ λέτζη τά κῶ βέρζησσ τα λίτησσ 945
σφικτᾶ στρέμπτου στίσνατω στρᾳγκούαρᾳ
μὲ τὸ σκηνί. κοῦ φούννια. σῶ φορτώματα. μέ λιταρατ.
Καὶ ὅταν νὰ τὸ λύσῃς Σσὴ κᾄντου σελουτισλέτζη Ἢ κώκα τακω ἴζβᾳρζησ Ἐδέ κούρ τά σγίδησσ
νὰ μὴ βιασθῇς σέ νουτεαγιουσέστη τά νέ σεβίασασσ τᾳμῶς ντζιτώεσσ
ὅτι χύνεται κάτω κά σεβεάρσᾳ μπάτε ὅτι σετούρητ τόλω σέ τερδετᾳ πόστα. 950
Καὶ ὅταν θερίζῃς Σσή κᾄντου σιάτζιρη Ἢ κώκα σνίεσσ Ἐδέ κούρ κόῤῥ
τὸ λειβάδι λειβάτια λειβάδατα λιούαδνᾳ
νὰ στεγνώσῃς σέ οὐσούτζη τά ἰσουσησσ τᾴ θάνσσ
τὸ χορτάρι καλά. ἰάρπᾳ γκῆνε. σένωτο ἄρνω. μπάρᾳ μῆρᾳ.
Καὶ ἔτζη νὰ τὸ φορτώσῃς Σσή ἀσῆτζε σεογκάρτζη Ἢ τάκα τά κω τόᾳρησ Ἐδὲ ἀστιοῦ ταγκᾳρκόνσ 955
συμμᾶ εἰς ἐτοῦτα νίγκᾳ ἀΐστε μπλίζου νὰ ὅβηε ἄφαρ κᾳσόσσ
ὅταν ἰδῇς κᾄντου βέτζη κώκα βίτησσ κούρ βουστρώνσ
κᾀνένα παιδί βέῤῥου φιτζόρου νίκωε τέτε ντωνί διάλλε
ὅτι ἐντρέπεται κᾴ λιορσσῆνε ὅτι σεστράμητ σέ τουρπαρόχετ
καὶ κοκκινίζει σσή ἀρουσιάστε ἢ σετζᾴρβανητ ἐδὲ γκούκετ 960