Jump to content

Page:Eisagogiki-Didaskalia.pdf/32

From Wikisource
This page has been proofread.
Ῥωμαίϊκα Βλάχικα Βουλγάρικα Ἀλβανίτικα
καὶ νὰ τὰ εὕρῃς. σσή σὲ λέ ἄφλη. ἢ τά ἢ νάϊτησσ. ἐδὲ τὴ κέννσσ.
Καὶ ὅταν νὰ βράσῃς Σσή κᾴντου σεχέρκη Ἢ κώκα τά βάρησσ Ἐδέ κούρ τᾳζίεννσσ
εἰς τὸ τζουκάλι τρού ὀάλᾳ βῶ κᾴρνετο ντᾴ πότζε
καὶ εἰς τὸν τέντζερην σσή τροῦ τεντζέρε ἢ βῶ τέντζεροτ ἐδέ ντᾴ τεντζέρε 700
κᾀνένα φαγί βᾴρᾳ γκέλᾳ νίκοα μάντζα ντωννί γκιέλᾳ
νὰ ᾖσαι κοντᾶ σέ χίη ἀπροάπε τά μπίτησσ μπλίζου τᾴ ἰεσσ ἄφαρ
καὶ νὰ τὸ ἔχῃς σσή σε ὀάη ἢ τά κώ ἴμασσ ἐδὲ τά κκέσσ
εἰς ἔγνοιαν τρού κᾳστίκᾳ νά μούκαετ ντᾴ κουϊδέσσ
διὰ νὰ γένῃ νόστιμο τρά σέ φάκα νόστιμα. ζά τά σεστόριτ σλάτκω. κῆ τᾳμπάνετᾳ ἰσσίσσιμ. 705
Ἀμὴ τὰ ἀπλάδια Μά ταννίρᾳ Ἀμὴ σαλτάρητε Πῶ ταλήρατ
καὶ τὰ μαχαίρια σσή κουτζούτιλε ἢ νόζητε ἐδέ θίκατ
καὶ τὰ πηρούνια σσή τζιμπίδλε ἢ βήλατα ναμπόδνατα ἐδε τζιμπίλλιατα
νὰ ᾖναι παστρικά σέ χίμπᾳ σπαστρίτᾳ τά μπίταετ τζίστη τᾴ ἰάνᾳ τᾳσπάστρα
ὀμπροστᾶ σου. τενέντια ἀτᾶ. πρέτ τέπε. πᾳροάρα τέϊε. 710
Ὁ πενθερός Σόκουρου Σφέκορ. τέστοτ Βγιέρη
καὶ ἡ πενθερά σσὴ σοάκρα ἢ σφεκάρβα τέστατα ἐδέ ἐβγιέρα
καλλίτερα ἀγαποῦν κάμα κῆνε βᾷ σοάρνω λούμπαετ μά μίρα τούαννε
τὸν γαμβρόν τζίννηρᾳ ζέτωτο δάντᾳρην
παρὰ τὸν υἱόν. τέπρεκα χίλλιου. ἢ ὀτ σίνοτ. σέ μπίρα. 715
Ἀμὴ ὁ συμπενθερός Μά κούσκούρου Τόκω σφατοτ Πῶ κρούσκου
καὶ ἡ συμπενθερά σσή κούσκρα ἢ σιφάκιατα ἐδέ κρούσκα
περισσότερον θέλουν κάμα μούλτου βᾶ πῶ μόσνε λούμπαετ μά φόρτ ντούαννε
τὴν θυγατέρα των χίλλια ἀλόρου κέρκατα νήχνα ταμπίεννᾳ ἐτοῦρε
παρὰ τὴν νύμφην. τέπρεκα νβιάστα. ἢ ὀτ σνάατα. σέ νούσεννᾳ. 720
Ὅμως διὰ νὰ μαλώνουν Μά τρά σέ γκάτζε Τόκου τά κάραετ Πῶ τᾴ κιρτώϊννᾳ
οἱ μεγαλήτεροι κάμα μάρλλη πῶ κολέμητε μᾴτᾳ μᾳδένντᾳ
τοὺς μικροτέρους κάμα ννίσλη πωμάλητε μᾴτᾳ βέγηλιτ
καὶ τοὺς μαθαίνουν σσή σέ λλί νβιάτζε ἢ τά ἰούτζαετ ἐδέ τημουσώϊννᾳ
εἰς τὸ καλόν λά γκῆνε νὰ χάρνωτο μπᾴ τᾴ μίρατ 725