Jump to content

Page:Eisagogiki-Didaskalia.pdf/38

From Wikisource
This page has been proofread.
Ῥωμαίϊκα Βλάχικα Βουλγάρικα Ἀλβανίτικα
μὲ μίαν φοράν κοῦ οὔννᾳ ὀάρᾳ σῶ ἔτνωσ μέ ννί χέρᾳ
πέρνεις τὴν ὑγίαν σου. λέη σασᾳτάτια ἀτᾶ. ζέμησσ τφόατα στράβιε μέῥῥ σσᾳντέτνᾳ τέντ 875
Καὶ ὅταν ἀχαμνωτῇς Σσή κᾄντου σετε ἀτυχισέστη ἢ κώκα τὰ σεόσλαμπησσ Ἐδὲ κούρ τᾳλίκεσσ
νὰ φᾷς σέ μάτζη τὰ γιάτησσ τᾳχάσσ
βρασμένο πουλί χέρτου πούλλιου βάρεννω πῆλε τᾳζίερ ζώκκ
καὶ ψημένο κρέας. σσή φρίπτα κάρνε. ἢ πέτζηνο μέσω. ἐδέ τᾳπχιέκουρ μήσσ
Ἀφ' οὑ ἀποθάνῃ Τεκάρα σεμοάρᾳ Κώκα τά οὔμιρητ Σή τά βδέσσ 880
ὁ ἄνθρωπος ὄμλου τζόεκοτ ννερίου
πρέπει νὰ τὸν βάλῃς πριψιάστε σέ λουπάτζη πρίλεκατ τά γώ γλάασσ γκιὰν τὰ βέσσ
ἀπάνω εἰς τὴν ψάθαν τεσούπρα πρὲ ῥακόζ. κώρε νὰ ρὅκοζ. σίπαρ μπᾴ ῥοκόζ.
Καὶ νὰ σταθῇ σσή σεσσιάτε Ἢ τὰ σέτητ Ἐδέ τᾳῤῥῆ
εἴκοσι τὲσεραις πάσπρᾳ γίγγιτζ δβάεσετ ητζέτιρη ννηζέτ ἐκάτρα 885
ὥραις. τεσᾳέτζη. σάατ. σαχάτ.
Καὶ ἔτζη νὰ τὸν θάψῃς Σσὴ ἀσσῆτζε σελουγκρόκη Ἢ μαλέτζκαη κόλατζη Ἐδέ ἀστιοῦ ταγκροπόνσσ
εἰς μνημόρι τρού μαρμήντου βῶ κρόπ ντᾴ βάρ
καινούργιο. ννᾴου. νόβω. τᾳρῆ.
Καὶ νὰ μοιράσῃς Σσή σέ μπάρτζη Ἢ τά ῥάστελησ Ἐδέ τᾳντάσσ 890
ψωμί. πᾴννε. λέπ. μπούκ.
Καὶ μικρὰ κολούρια Σσή ννίτζη κουλάτζη Ἢ μαλέτζκαη κόλατζη Ἐδέ ταβόγαλια κουλέτζ
καὶ νὰ δώσῃς σσή σέ τάη ἢ τά τάασσ ἐδὲ τᾴ ἄπσσ
εἰς ταῖς χήραις. λὰ βέτουε. νά δβοήτζητε. ντᾴ ταβεìατ.
καὶ εἰς τοὺς τρεῖς χόνους Σσή τρου τρέηλη ἄννη Ἢ βῶ τρή κότιννη Ἐδέ μπά τρὴ βγιέτ 895
νὰ ἀνοίξῃς τὸ μνῆμα σετεσφάτζη μαρμίντουλ τά ὄτφορησσ κρόποτ τά χάπᾳνσσ
διὰ νὰ τὸν ἰδῇς σὲ λού βέτζη ζά τά κώ βίτησσ κῆ τά σσώσσ
πῶς εἶναι κούμ ἔστε κάκω γιὲτ σή ἔστᾳ
ἀκέραιος ντρέκου τζέλ ἠτάρᾳ
ἢ λυομένος. ἤ τουκίτου. ἢ στόπεν. ἄ ἠτρετουρα. 900
Οἱ γέροντες ὁποῦ ἔχου ἀούσλλη τζή ἄου Στάρητε στώ ἴμαετ Πλέκιτα κή κάννᾳ